Ήταν ένα πρωινό, όπως όλα τα υπόλοιπα. Ξύπνησε και τεντώθηκε καλά-καλά, με τα πόδια μπροστά και τη λεκάνη τουρλωτά. Πλησίασε το πιάτο της. Το πρωινό της είχε σερβιριστεί. Μερικές σταγόνες από το λατρεμένο της μυστικό συστατικό στάλαξαν γοργά πάνω στο φαγητό της.
“Yummmy, yummy”, σκέφτηκε. Αφού πήρε το πρωινό της αναπήδησε μέχρι την πόρτα χαρούμενα περιμένοντας τη βόλτα της. Ένα λουρί κόκκινο ασφάλισε στον λευκό της λαιμό. Αφού περπάτησε κάμποσο στον ήλιο, βρέθηκε σε ένα δάσος απαράμιλλης ομορφιάς. Το λουρί απασφάλισε και άρχισε να τρέχει χαρούμενη και συγκεντρωμένη στα ίχνη. Αχόρταγα ρουθουνητά εξερευνούσαν κάθε σπιθαμή του εδάφους.
“Μα που μπορεί να είναι;”, αναρωτήθηκε η Έμμα τεντώνοντας τη λευκή ουρά της.
Συνέχισε την αναζήτησή της με υπομονή και πείσμα. Φάνηκε σαν ο χρόνος να είχε επιμηκυνθεί εντελώς. Πόση ώρα να έψαχνε, άραγε. Η συνοδός της είχε κουραστεί για τα καλά.
“Αυτός ο Ιούνιος είναι τόσο ζεστός”, σκέφτηκε, “τον Απρίλη ήταν πιο δροσερά. Πώς θα φτάσουμε μέχρι τον Αύγουστο με αυτή τη ζέστη;”.
Μια μεγάλη πέτρα με ίσια κορυφή λειτουργούσε σαν το στήριγμά της. Ο ήλιος ακουμπούσε με χάδια την κορυφή του βουνού, λίγο πριν χαθεί από πίσω του.
“Έμμα;”, φώναξε η συνοδός.
Αλλά η Έμμα δεν της έδωσε σημασία. Είχε φτάσει στην άκρη του λόφου. Κάτω από μια φουντωτή βελανιδιά. Η Έμμα ρουθούνιζε εκστατικά. Άπλωσε τα γυμνασμένα πόδια της στο χώμα και με τα νύχια της άρχισε να το ξύνει με μανία. Πετραδάκια και χώματα εκσφενδονίζονταν προς κάθε κατεύθυνση. Η Έμμα έσκαβε και γαύγιζε. Γαύγιζε και έσκαβε. Ώσπου, τη βρήκε. Η χαμένη τρούφα, που για μήνες έψαχνε ήταν πια δική της.
“Όοοοοοχι”, φώναξε η στρουμπουλή βελανιδιά τινάζοντας τα κλαδιά της.
Τι υπέροχα κλαδιά! Σαν φτιαγμένα από ρευστές ξύλινες μορφές. Αιθέρια σώματα στον καλοκαιρινό ουρανό. Για μια στιγμή φάνηκε σαν πραγματική μπαλετική χορογραφία.
“Άστο ήσυχο”, φώναξε η βελανιδιά, ενώ η Έμμα την κοιτούσε με απορία.
“Αυτό το μανιτάρι είναι δικό μου, μένει μαζί μου μήνες τώρα.”
“Βρε, τι μας λες;”, απάντησε η Έμμα γέρνοντας το κεφάλι της.
“Αν το πάρεις θα χάσω τα θρεπτικά συστατικά του. Ζω μαζί του και αυτό ζει με εμένα μαζί.”
“Το εκμεταλλεύεσαι, δηλαδή!”, ανταπάντησε η Έμμα.
“Κοίτα, σκύλα, αυτό μου δίνει θρεπτικά συστατικά κι εγώ του δίνω γευστικά, χρωματικά και αρωματικά χαρακτηριστικά, γκέγκε;”.
“Γκέγκε, ωστόσο, θα το πάρω”, και συνέχισε να το ξεκολλάει από το έδαφος.
“Σε παρακαλώ, σε παρακαλώ, σε παρακαλώ, μη. Να πήγαινε πιο κάτω στις οξιές, ή στις φλαμουριές, στις φουντουκιές αν θες, όχι το δικό μου”, την ικέτεψε η βελανιδιά, “σκέψου, σκέψου πως τώρα άργησες… το μαύρο μανιτάρι μου, θα είναι μέσα σχεδόν καφέ. Έπρεπε να έρθεις όσο ήταν λευκό. Ή κρεμ. Τώρα καφέ; Άστο να γίνει σκούρο καφέ, να πάει στα κομμάτια. Σαν χαλασμένο θα φαίνεται.”
Η Έμμα έξυσε την επιφάνεια του μανιταριού προσπαθώντας να φτάσει στη σάρκα. Αρώματα λεπτού, γλυκού βουτύρου με νότες αμυγδάλων, φουντουκιών και μανιταριών πορτσίνι γέμισαν τα υγρά της ρουθούνια.
“Έμμα;”, την πλησίασε η συνοδός.
“Umamiii!”, αναφώνησε.
…
Η Άντυ ήταν πολύ χαρούμενη. Στο σπίτι έλεγε σε κάθε τηλέφωνο που χτυπούσε για τα κατορθώματα της Έμμας. Και η Έμμα ήταν πολύ περήφανη. Αναρωτιόταν αν θα τη βάλει σε βαζάκι, ή θα αρωματίσει το ελαιόλαδο ή απλά θα την χρησιμοποιήσει φρέσκια.
Έχει δει στο ίντερνετ κάτι παρόμοιο, δηλαδή ΕΔΩ και το σκεφτόταν.
Από την άλλη, ήταν η πρώτη που βρήκε η Έμμα. Δεν ήθελε να πάει χαμένη αυτή η υπερτροφή. Έτσι, αποφάσισε να κάνει ένα τεράστιο τραπέζι για να γιορτάσουν αυτή την ανακάλυψη.
Για πρώτο πιάτο συνδύασε την τρούφα με τυριά, μετά έκανε μια τηγανιά μανιταριών με βούτυρο και τηγανητό αυγό, έβαλε ακόμη και λίγη τρούφα στις πατάτες.
Έπειτα, έβγαλε το φημισμένο της ριζότο με μανιτάρια και λάδι τρούφας και πρόσθεσε λίγο και στις χυλοπίτες της. Όσο ακόμη τα πιάτα άχνιζαν, χτύπησε το κουδούνι. Ένας φουριόζος κύριος με ένα ξύλινο κουτί που κουδούνιζε, μπήκε μέσα με φόρα.
“Με συγχωρείτε που άργησα!”, είπε λαχανιασμένος, “Έμμαααα! Κοριτσάκι μου, μπράβο σου, είσαι φοβερή.”, έσκυψε και την χάιδεψε. “‘Εψαχνα το απόλυτο, μόλις άκουσα για την τρούφα. Το λοιπόν, έφερα τα καλύτερα για εσάς λευκά κρασιά. Μέτρια, με γεμάτο σώμα και πλούσια γεύση! Όχι, με πάρα πολύ αλκόολ, γιατί δουλεύουμε και αύριο. Το νου σας”, γέλασε και γέλασαν μαζί του, “καλά εντάξει, λίγο αλκοόλ για να μην χάσουμε το μανιτάρι, κατά τα άλλα θα τα πιούμε όλα.”, ανασυντάχθηκε και ίσιωσε τα ρούχα του, “με την τρούφα κυρίες και κύριοι, οπωσδήποτε θέλουμε αρώματα ώριμων φρούτων και γήινα στοιχεία, φυσικά, που προκύπτουν από την παλαίωση. Για’ σένα, Γιώργο, έφερα και ένα Ασύρτικο δεκαετίας”, και του έκλεισε το μάτι παιχνιδιάρικα.
“Εμένα μου έφερες το ροζέ μου;”, διέκοψε η Πατρίσια.
“Όχι, αγάπη μου, ούτε φρουτώδη ροζέ, ούτε ελαφριά αρωματικά λευκά. Δεν θα τα καταλάβουμε καθόλου με την τρούφα, θα πάνε χαμένα. Από αύριο αυτά.”
Και κάπως έτσι, με τσουγκρίσματα και γέλια, πέρασαν στα θαλασσινά. Χτένια, αστακοί, γαρίδες και καραβίδες παρατάχθηκαν στο τραπέζι και απογειώθηκαν σε τέτοιο βαθμό που η Έμμα, θα ορκιζόταν πως είδε έναν καλεσμένο με γυρισμένα μάτια. Ένα συνεχές: “Μμμμμ!”, γέμιζε το δωμάτιο.
Για την Έμμα, όμως, η Άντυ, είχε ετοιμάσει το κάτι άλλο. Μια πανδαισία ελαφριών κρεατικών με το αγαπημένο της μανιτάρι σε μια τεράστια πιατέλα. Αυτό ήταν το μεγάλο της βραβείο για όλη της την προσπάθεια. Και η Έμμα ήταν τρισευτυχισμένη.
…
Θυμήσου πως:
To Tuber Aestivum, καλοκαιρινή μαύρη τρούφα, διατηρείται στο ψυγείο στους 2-5 και για 5 εώς 7 ημέρες σε σφραγισμένο δοχείο, καλυμμένο με απορροφητικό χαρτί που αλλάζεται κάθε δεύτερη μέρα. Έτσι, το διατηρείς φρέσκο και λαχταριστό για να το απολαμβάνεις στο μέγιστο.
Βάλε την καλοκαιρινή μαύρη τρούφα από το Gastropantry στο τραπέζι σου και αναβάθμισε γευστικά και αισθητικά όλα σου τα καλοκαιρινά πιάτα με μια νότα πολυτέλειας που σίγουρα σου ταιριάζει.
Βρες τη χαμένη τρούφα ΕΔΩ και τα μανιτάρια μας ΕΔΩ